Αποδομιστές και αμυνοκάπηλοι

Για πολλά χρόνια τώρα, η άμυνα της πατρίδας μας αποδομείται συστηματικά από τους εκάστοτε κυβερνώντες. Η τάση αυτή ξεκίνησε με την ακύρωση της απόφασης για εγκατάσταση των S300 από την κυβέρνηση Κληρίδη το 1999, συνεχίστηκε με την κατάργηση του ενιαίου αμυντικού δόγματος μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου από την κυβέρνηση Χριστόφια το 2008, και εντάθηκε με την πολυετή ματαίωση ασκήσεων, την δραστική μείωση των αμυντικών δαπανών, την ανοχή της φυγοστρατίας, την μείωση της εκπαίδευσης, την πρόταξη της αποστρατικοποίησης σε περίπτωση λύσης και την πολιτικοποίηση των στρατιωτικών τεχνοκρατικών αποφάσεων.

Η αποδόμηση της άμυνας δεν είναι τυχαίο γεγονός.  Αντίθετα, αποτελεί μέρος του ευρύτερου σχεδίου αποδόμησης της κρατικής οντότητας και εθνικής ταυτότητας μας που σχεδιάστηκε και εφαρμόζεται από τα ξένα κέντρα αποφάσεων και τους επί τόπου εκπροσώπους τους ως εργαλείο κάμψης της αντίστασης του λαού στις επιβουλές τους για έλεγχο ολόκληρης της Κύπρου από την Τουρκία και υφαρπαγή του φυσικού μας πλούτου.  Η κρατική κυριαρχία, η οικονομία, η παιδεία, η υγεία, η δικαιοσύνη, η εκκλησία, η οικογένεια και οι άλλοι θεσμοί έχουν υποστεί παρόμοια μεταχείριση.

Τα τελευταία 15 χρόνια, τα 2 μεγάλα κόμματα ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ, καπηλεύονται την άμυνα της πατρίδας μας προσφέροντας φρούδες προεκλογικές υποσχέσεις για μείωση της στρατιωτικής θητείας. Ακολουθώντας την ψηφοθηρική τακτική που πρώτος υιοθέτησε ο τότε Υπουργός Άμυνας και νυν Υπουργός Εσωτερικών Σωκράτης Χάσικος  προ 15ετίας και ακολούθησε ο ΔΗΣΥ προεκλογικά στις προεδρικές εκλογές του 2008 και του 2013 και στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές του 2011, η κυβέρνηση Αναστασιάδη ανακοίνωσε πρόσφατα την μονομερή απόφασή της να προχωρήσει στη μείωση της στρατιωτικής θητείας στους 14 μήνες.

Η απόφαση αυτή λήφθηκε μόλις 3 μήνες πριν τις βουλευτικές εκλογές και χωρίς καμία συνεννόηση με τους άμεσα ενδιαφερόμενους, ήτοι την ηγεσία της Εθνικής Φρουράς και την Επιτροπή Άμυνας της Βουλής και η εξαγγελία της τους έπιασε εξ απήνης.  Έγκυρες πληροφορίες υποστηρίζουν ότι η εν λόγω απόφαση αντίκειται στη σχετική μελέτη του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς.  Λόγω του ότι  η εν λόγω απόφαση άπτεται της καθόλα ζωτικής πτυχής της άμυνας της πατρίδας μας, θα έπρεπε προτού ληφθεί να υπάρχει τουλάχιστον η σύμφωνος θέση της ηγεσίας της Εθνικής Φρουράς αλλά και της Επιτροπής Άμυνας της Βουλής ως προς την διασφάλιση του αξιόμαχου του στρατεύματος αλλά και της εξασφάλισης των απαιτούμενων οικονομικών πόρων για υλοποίησή της.

Από τις αντιδράσεις της πολιτικής ηγεσίας και των πολιτών επιβεβαιώθηκε αυτό που και στο παρελθόν είχε αποδειχθεί ότι δηλαδή είναι καθολική πεποίθηση ότι η στρατιωτική θητεία θα πρέπει να μειωθεί.  Εκείνο που καυτηριάστηκε είναι ο τρόπος και ο χρόνος που λήφθηκε η απόφαση.     Πέραν τούτου όμως, εγείρεται και σοβαρό σημείο πολιτικής δεοντολογίας, μίας φράσης η οποία είναι εντελώς άγνωστη στο σινάφι των δικών μας πολιτικών.  Αν υπήρχε έστω και ίχνος δεοντολογικής πολιτικής ευαισθησίας, η απόφαση αυτή θα έπρεπε να εξαγγέλετο μετά τις βουλευτικές εκλογές, ώστε να μην επηρεάσει την πρόθεση ψήφου του λαού.  Ιδιαίτερα όταν η απόφαση δεν προβλέπει την άμεση εφαρμογή του μέτρου αλλά την σταδιακή μελλοντική εφαρμογή του.

Αυτή είναι η πέμπτη φορά που το δόλωμα της μείωσης της στρατιωτικής θητείας τίθεται στο αγκίστρι των πολιτικών προς άγραν ψήφων.  Τις προηγούμενες τέσσερεις φορές, η υπόσχεση δεν τηρήθηκε.  Το πιο πιθανόν είναι ότι ούτε και αυτή τη φορά θα τηρηθεί.  Οι ψηφοφόροι μάλλον θα εμπαιχθούν για άλλη μία φορά, όπως και στο παρελθόν.

Το ερώτημα που αιωρείται είναι πόσοι εκ των πολιτών θα τσιμπήσουν το δόλωμα αυτή τη φορά και πόσοι θα σιχαθούν τις ανήθικες τακτικές των πολιτικών που προσβάλλουν την νοημοσύνη και την αξιοπρέπεια τους και θα τους τιμωρήσουν.  Ίδωμεν.