Ο αδιαμφισβήτητος νικητής αυτών των εκλογών ήταν η αποχή. Ένας στους τρεις εγγεγραμμένους ψηφοφόρους δεν εξάσκησαν το εκλογικό τους δικαίωμα. Αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι μερικές δεκάδες χιλιάδες συμπολίτες μας, κυρίως νέοι, δεν εγράφησαν στους εκλογικούς καταλόγους, τότε το πραγματικό ποσοστό της αποχής είναι ακόμη μεγαλύτερο.
Αμέσως πριν κάθε εκλογική διαδικασία, ακούμε την πολιτεία και τα κόμματα, να καλούν τους ψηφοφόρους στις κάλπες. Ως συνήθως, οι εκκλήσεις πέφτουν στο κενό και μετά τις εκλογές ακούμε τα τετριμμένα από όλους, ότι δηλαδή το φαινόμενο είναι ανησυχητικό και πρέπει να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά. Στη συνέχεια, το θέμα μπαίνει στο συρτάρι μέχρι τις επόμενες εκλογές.
Ο λόγος που δεν αντιμετωπίζεται το πρόβλημα της αποχής είναι απλός. Στην πραγματικότητα, η αποχή βολεύει το παλαιοκομματικό κατεστημένο, το οποίο προτιμά αντί η απαξίωση προς αυτό να εκφραστεί ενεργητικά σε ψήφο εναντίον του και υπέρ κάποιου νέου, να εκφραστεί παθητικά με την αποχή. Έτσι συντηρούνται τεχνηέντως τα υψηλά ποσοστά των κομμάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για πλύση εγκεφάλου και παραπλάνηση της κοινής γνώμης.
Μία από τις σημαντικότερες αιτίες των υψηλών ποσοστών αποχής είναι η δυσκολία εισόδου νέων πολιτικών σχημάτων στο εκλογικό σκηνικό, τα οποία να αντιπαραβληθούν ως ίσα προς ίσα με τα παλιά κόμματα και να προσελκύσουν την ψήφο των απογοητευμένων ψηφοφόρων.
Η δυσκολία εισόδου νέων πολιτικών σχημάτων στο εκλογικό σκηνικό οφείλεται σε 2 σημαντικούς λόγους.
Πρώτον, στην άρνηση του παλαιοκομματικού κατεστημένου που ελέγχει τη βουλή να νομοθετήσει υπέρ της οριζόντιας ψηφοφορίας, που ως γνωστό είναι επιθυμητή από την συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών. Η οριζόντια ψηφοφορία θα δώσει αυξημένες πιθανότητες εκλογής ανεξάρτητων υποψηφίων και επιλογής των καλυτέρων από διαφορετικούς εκλογικούς συνδυασμούς, θα περιορίσει την κομματοκρατία και θα δώσει πραγματικό κίνητρο στους απογοητευμένους ψηφοφόρους να προσέλθουν για να εκλέξουν νέα πρόσωπα έχοντας ρεαλιστική πιθανότητα επιτυχίας.
Δεύτερον, στην άνιση μεταχείριση των ΜΜΕ εναντίον των νέων εκλογικών συνδυασμών και υπέρ των κοινοβουλευτικών κομμάτων που συνθέτουν το παλαιοκομματικό κατεστημένο. Κατά την πρόσφατη προεκλογική περίοδο των βουλευτικών εκλογών, τα μη κοινοβουλευτικά κόμματα και οι ανεξάρτητοι υποψήφιοι είχαν ελάχιστη προβολή από τα ΜΜΕ, σε αντίθεση με τα κοινοβουλευτικά κόμματα. Χαρακτηριστικά, τα τηλεοπτικά κανάλια, με την εξαίρεση του ΣΙΓΜΑ και του ΡΙΚ, είχαν σχεδόν μηδενική (ολιγόλεπτη κατ’ ακρίβεια) παρουσίαση υποψηφίων από τα μη κοινοβουλευτικά κόμματα, σε αντίθεση με τις πολύωρες παρουσιάσεις των κοινοβουλευτικών κομμάτων. Αυτό, σε συνδυασμό με τους περιορισμένους οικονομικούς πόρους των μη κοινοβουλευτικών σχηματισμών ελλείψει κρατικών χορηγιών και μεγάλων εισφορών, περιόρισε τις δυνατότητες προβολής εναλλακτικών επιλογών στους απογοητευμένους ψηφοφόρους. Η ιδιωτική πρωτοβουλία εύπορου Κύπριου πολίτη για διαφημιστική προβολή της επιλογής νέων 56 βουλευτών η οποία χρήζει ιδιαίτερης εγκωμιαστικής αναφοράς, έδωσε το στίγμα του προβλήματος παρόλο που δεν επίλυσε το πρόβλημα.
Είναι ευρέως παραδεκτό ότι η αποχή αποτελεί σημαντικό ακρωτηριασμό του θεσμού της δημοκρατίας, αφού πλέον δεν αποφασίζει ο δήμος αλλά όλο και μικρότερο μέρος αυτού.
Διεθνώς, μελέτες καταδεικνύουν ότι ένας ψηφοφόρος που απέχει σε σειρά εκλογικών διαδικασιών, δύσκολα επανέρχεται. Ως αποτέλεσμα, τα δημοκρατικά πολιτεύματα μετατρέπονται σταδιακά σε ολιγαρχικά, αφού ο περιορισμένος αριθμός των δημοτών που συμμετέχει είναι εύκολα ελεγχόμενος από το πολιτικό κατεστημένο.
Η μείωση της συμμετοχικότητας, η απενεργοποίηση και η συνεπαγόμενη κάμψη του αγωνιστικότητας φρονήματος των Κυπρίων πολιτών αποτελεί σημαντικό στρατηγικό στόχο όλων όσων νέμονται την πατρίδα μας και απεργάζονται την παράδοση της στα συμφέροντα των ξένων κέντρων αποφάσεων και στην κηδεμονία της Τουρκίας. Ως εκ τούτου, η αποχή αποτελεί σημαντικό στρατηγικό μειονέκτημα για την πατρίδα μας και πρέπει να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά.
Καλούμε την νέα βουλή να νομοθετήσει αποτελεσματικά προς την κατεύθυνση υιοθέτησης της οριζόντιας ψηφοφορίας και ίσης μεταχείρισης των υποψηφίων στις εκλογές, ώστε να ανατραπεί η αυξητική τάση της αποχής, να επανέλθει η συμμετοχικότητα στο δημοκρατικό μας πολίτευμα και να ενισχυθεί η ασπίδα προστασίας του κράτους μας, τουτέστιν η λαϊκή ετυμηγορία.