Το πιστόλι ξανά στον κρόταφο με απειλή για νέο κούρεμα

Ξαφνικά ….. το πιστόλι βρέθηκε και πάλι στον κρόταφο του Προέδρου.

Εκεί που ο Νίκος, οι διεθνείς πάτρωνές του και τα εγχώρια παπαγαλάκια του μας έλεγαν ότι η οικονομία αναπτύσσεται με του υψηλότερους ρυθμούς στην Ευρωζώνη, το τραπεζικό σύστημα έχει ομαλοποιηθεί, οι ξένοι επενδυτές σφίζουν από ενδιαφέρον,  η Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα ανακάμπτει και η ιδιωτικοποίησή της έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον πολλών αξιόλογων μνηστήρων, ο Υπουργός Οικονομικών  και οι εκπρόσωποι της Κυπριακής Κεντρικής Τράπεζας προειδοποίησαν ξαφνικά τη Βουλή ότι αν δεν εγκριθεί η συμφωνία ξεπουλήματος στην Ελληνική Τράπεζα και δεν ψηφιστούν τα νέα νομοσχέδια για τις εκποιήσεις, το τραπεζικό σύστημα θα καταρρεύσει εκ νέου.  Συγκεκριμένα, απείλησαν ότι η Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα θα χρεωκοπήσει με αποτέλεσμα το κούρεμα των €9,7 δισεκατομμυρίων καταθέσεων ενώ μία άλλη τράπεζα (ποιάν εννοούσαν άραγε) θα καταρρεύσει.

Η τακτική είναι γνωστή.  Χρησιμοποιήθηκε με επιτυχία το 2013.  Οι καθησυχαστικές προεκλογικές υποσχέσεις του Νίκαρου εξαφανίστηκαν εν ριπή οφθαλμού.  Χρησιμοποιώντας χαλκευμένα επιχειρήματα και σοκαριστικά διλήμματα, έφεραν τους πολίτες προ τετελεσμένων. Το 2013, στην προσπάθεια να αιτιολογήσουν το κούρεμα των καταθέσεων, οι τεχνοκράτες της παγκόσμιας διακυβέρνησης, οι εδώ υποτακτικοί τους στην Κυπριακή Κεντρική Τράπεζα και τα πολιτικά υποχείριά τους που μας κυβερνούν, χρυσοπλήρωσαν ξένους «εμπειρογνωμονες» για να αξιολογήσουν το ρίσκο του χαρτοφυλακίου της Τράπεζας Κύπρου για να «διαπιστώσουν» ότι η ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου ήταν πολύ χειρότερη από αυτήν που η κεντρική τράπεζα, οι ελεγκτές, οι επενδυτικοί σύμβουλοι και τόσοι άλλοι προηγούμενα εκτιμούσαν.  Στηριζόμενη στην έκθεση της PIMCO και αγνοώντας τατυτόχρονα άλλες δύο ανεξάρτητες εκθέσεις διεθνών εμπειρογνωμόνων , η Κυπριακή Κεντρική Τράπεζα και οι θεσμοί υποβάθμισαν σκανδαλωδώς την ποιότητα του χαρτοφυλακίου της Τράπεζας Κύπρου και προκάλεσαν την αχρείαστη ανάγκη για ξεπούλημα των δραστηριοτήτων στην Ελλάδα, κούρεμα των καταθέσεων στην Κύπρο επιφέροντας καίριο πλήγμα στο κυπριακό τραπεζικό σύστημα.

Παρόλο που λεπτομέρειες της συμφωνίας μεταξύ Ελληνκής Τράπεζας και Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας καθώς και της εργασίας που έγινε για τεκμηρείωσή της δεν είναι γνωστές, δημοσιογραφικές πληροφορίες αναφέρουν ότι η συμφωνία βασίστηκε στο υποθετικό σενάριο ότι η ρευστοποιήσιμη αξία των ενυπόθηκων ακινήτων που εξασφαλίζουν τα εξυπηρετούμενα δάνεια της Συνεργατικης Κυπριακής Τράπεζας περιορίζεται στο 40% της αγοραίας αξίας τους ενώ μετά από 5 χρόνια θα έχουν φτασει μόλις το 70% της υποθηκευμένης αξίας τους.  Η παραδοχή αυτού του σεναρίου βρίσκεται σε αντίθεση με την πραγματικότητα η οποία παρουσιάζει τις τιμές των ακινήτων στην Κύπρο να ανακάμπτουν ραγδαία και στην περίπτωση της Λεμεσού να ξεπερνούν αυτές της προ κρίσης εποχής.   Είναι σχεδόν βέβαιο ότι τα χαλκευμένα αυτά συμπεράσμα έχουν και πάλιν εξαχθεί με την βοήθεια διεθνών «επμειρογνωμόνων».

Οι εξελίξεις είναι προδιαγεγραμμένες.  Οι αντιπολιτευόμενοι ψηφοθήρες και εν πολλοίς συνυπαίτιοι της τεράστιας συντελούμενης απάτης αντιδρούν.  Στη συνέχεια θα υποκύψουν θέτοντας το συμφέρον της «πατρίδας» πάνω από όλα.

Το ερώτημα που αιωρείται και επιβάλλεται να απαντηθεί είναι γιατί να ξεπουληθεί το καλό κομμάτι της Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας με τόσο επαχθείς όρους και κρατικές εγγυήσεις και να μην παραμείνει στα χέρια του κράτους με το διορισμό ικανής διοίκησης που να μπορεί να αξιοποιήσει τις μεγάλες δυνατότητές του.  Από τι στιγμή που το κακό κομμάτι έχει αποκοπεί, το καλό κομμάτι μπορεί να αποτελέσει το προζύμι για μετατροπή του σε ένα κερδοφόρο οργανισμό ο οποίος να επανέλθει στην ιδιοκτησία των Κυπρίων παλαιών μετόχων του.

 

Οι ευθύνες για το Συνεργατισμό

Όπως συμβαίνει στη χώρα μας κάθε φορά που προκαλείται ένα σοβαρό πρόβλημα,  πριν καν υλοποιηθεί η συμφωνία «ξεπουλήματος»  της Κυπριακής Συνεργατικής Τράπεζας στην ήδη ξεπουλημένη στους ξένους καρχαρίες Ελληνική Τράπεζα, τα παπαγαλάκια του ολιγαρχικού κομματικού κατεστημένου άρχισαν να αλληλοκατηγορούνται για το ποιός έχει την ευθύνη για την κατάρρευση αυτού του ιστορικού και ζωτικού για την κυπριακή κοινωνία και οικονομία οργανισμού.

Οι ευθύνες βέβαια είναι βαρύτατες και ξεκάθαρες για οποιοδήποτε αμερόληπτο αναλυτή.   Βαραίνουν ολόκληρη την πολτική ηγεσία, ιδιαίτερα όμως τα μεγάλα κόμματα που κυβερνούν διαδοχικά τον τόπο για δεκαετίες.

Προ της συγχώνευσης και κρατικοποίησής τους, τα Συνεργατικά Πστωτικά Ιδρύματα (ΣΠΙ) ήταν έρμαιο της κομματοκρατίας.  Οι διοικούσες επιτροπές των τοπικών ΣΠΙ απαρτίζονταν από εκπροσώπους των κομμάτων, οι πλείστοι των οποίων δεν είχαν καν τα ελάχιστα απαραίτητα προσόντα που απαιτούσε η θέση τους.  Λόγω της ευρείας λαικής συμμετοχής στην ιδιοκτησιακή δομή τους, τα ΣΠΙ βρίσκονταν υπό τον «έλεγχο» των 2 μεγάλων κομμάτων, ιδιαίτερα του ΑΚΕΛ.   Η γνωσιολογική ανεπάρκεια των επιτροπών των ΣΠΙ επέτρεψε στη διεύθυνση και το προσωπικό τους να εργάζονται ανεξέλεγκτα και ανορθόδοξα και σε πολλές περιπτώσεις παράτυπα.  Η φτωχή διοίκηση επέτρεψε στους κατεργάρηδες να ευδοκιμούν και ώθησε τους πιό πονηρούς από αυτούς σε μεγαλοαπάτες, πολλές φορές προς όφελος των κομμάτων που τους στήριζαν.  Η έλλειψη αυστηρών τραπεζικών πρακτικών,  κριτηρίων και διαδικασιών καλλιέργησε ανάμεσα στους πολίτες το αίσθημα της οικειότητας και ελαστικότητας για τα ΣΠΙ τα οποία με την άνθιση της οικονομίας και του τραπεζικού συστήματος μεγάλωσαν σημαντικά τα μεγέθη τους, σε βαθμό που κάποια από αυτά ξεπέρασαν τα μεγέθη μικρών εμπορικών τραπεζών.

Όπως ήταν φυσικό, η οικονομική κρίση που ξέσπασε στην Κύπρο το 2009 επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τα ΣΠΙ που ήταν ευάλωτα λόγω της κακοδιαχείρισής τους.

Η τραπεζική κρίση του 2013 έδωσε την ευκαιρία στην παγκόσμια διακυβέρνηση, που είχε ως στόχο τον έλεγχο του κυπριακού τραπεζικού συστήματος, να θέσει υπό τον έλεγχό της, πέραν των 3 μεγάλων εμπορικών τραπεζών (Κύπρου, Λαική και Ελληνική) και τα ΣΠΙ.  Με ένα έξυπνο σχέδιο οργάνωσε το ξεπούλημα τους στα ξένα πολυεθνικά τραπεζικά γεράκια και ανέθεσε την εφαρμογή του σχεδίου στους εδώ εκπροσώπους της.  Σε πρώτη φάση, συγχώνευσε τα ΣΠΙ σε μία οντότητα την οποία κρατικοποίησε. Σε δεύτερη φάση, ανέθεσε τη διοίκησή της σε υμέτερα ακατάλληλα πρόσωπα με ανεπαρκή προσόντα και εμπειρία ώστε να καταστεί ανέφικτη η ανάκαμψή της.  Στην τρίτη και τελευταία φάση, επέφερε το ξεπούλημά της στους εκπροσώπους της, που ήδη ελέγχουν τους δύο άλλους μεγάλους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς του τόπου.

Όπως διακύρητταν οι κυβερνώντες το 2013 η εξυγίανση της Συμεργατικής Κεντρικής Τράπεζας ήταν απόλυτα εφικτή.  Δυστυχώς για το λαό, οι κυβερνώντες, ως συνήθως, δεν εννοούσαν αυτό που έλεγαν, αφού είχαν υπόψη τους κάτι εντελώς διαφορετικό.   Με την ανοχή της νομοθετικής εξουσίας και του λοιπού κομματικού κατεστημένου, οδήγησαν την Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα στα χέρια των ξένων μεγαλοκαρχαριών.  Ως αυτό να μην ήταν αρκετό, φρόντισαν οι όροι του ξεπουλήματος να είναι σκανδαλωδώς ευνοικοί για τους αγοραστές και επομένως ζημιογόνοι για τον Κύπριο φορολογούμενο.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι για άλλη μία φορά οι Κύπριοι πολίτες έχουν γίνει θύματα προδοσίας της πολιτικής ηγεσίας τους. Το μόνο παρήγορο είναι ότι αυτή την πολιτική ηγεσία την έχουν εκλέξει οι ίδιοι οι πολίτες και επομένως η ευθύνη βαρύνει και αυτούς.

Ο «Δούρειος ίππος» της Κύπρου

Το ξεπούλημα της Κυπριακής Συνεργατικής Τράπεζας στην ήδη ξεπουλημένη στους ξένους καρχαρίες Ελληνική Τράπεζα αποτελεί το πλέον πρόσφατο επίτευγμα της παγκόσμιας διακυβέρνησης να ελέγξει την οικονομία της πατρίδας μας.  Η κίνηση αυτή είναι η τελευταία πράξη του έργου που ξεκίνησε το 2013 με την βίαιη υφαρπαγή από το κράτος της ιδιοκτησίας των Συνεργατικών Πιστωτικών Ιδρυμάτων από τις δεκάδες χιλιάδες μέλη του, συνεχίστηκε με τον διορισμό εγκάθετων εκλεκτών της κυβέρνησης στη διοίκηση και προχώρησε με πρωτοφανή κακοδιαχείριση και ανικανότητα χειρισμού των μεγάλων προκλήσεων.

Η Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα είναι το τέταρτο τραπεζικό θύμα στην Κύπρο των εγκεφάλων της παγκόσμιας διακυβέρνησης, αφού προηγήθηκε η πτώχευση της Λαικής Τράπεζας, και το ξεπούλημα της Τράπεζας Κύπρου και της Ελληνικής στους ξένους μεγαλοκαρχαρίες και ολιγάρχες. Ως γνωστό, τα 4 πιό πάνω τραπεζικά ιδρύματα έλεγχαν πέραν του 80% της τραπεζικής αγοράς.

Η μεταφορά του ελέγχου της τραπεζικής αγοράς στα ξένα κέντρα αποφάσεων έχει τεράστια σημασία στα σχέδια της παγκόσμιας διακυβέρνησης για έλεγχο και ποδηγέτηση των λαών.  Ιδιαίτερα στην Κύπρο, όπου το μέγεθος της τραπεζικής αγοράς ήταν και παραμένει εξαιρετικά μεγάλο σε σχέση με το μέγεθος της οικονομίας και όπου με την παράνομη υφαρπαγή των καταθέσεων των πολιτών και την τεχνιτή πρόκληση προσωρινής ανεργίας, ένα στα δύο δάνεια κατέστησαν μη εξυπηρετούμενα.

Τα πιό πάνω επιτεύγματα των οικονομικών εγκεφάλων της παγκόσμιας διακυβέρνησης δεν  μπορούσαν να επιτευχθούν αν δεν συνέπρατταν με αυτούς οι εγχώριοι συνεργάτες τους.  Η διεφθαρμένη πολιτική ηγεσία και το ολιγαρχικό κομματικό κατεστημένο που ελέγχει την εκτελεστική και νομοθετική εξουσία και καταφέρνει να νομιμοποιεί τα όσα ανήθικα, άδικα, παράτυπα, ανορθόδοξα και σοκαριστικά επιβάλλονται από τους ξένους μέντορες, καθοδηγητές και υποστηρικτές τους.

Ο καταστροφικός ρόλος του διεφθαρμένου ολιγαρχικού κομματικού κατεστημένου δεν έχει περιοριστεί στο ξεπούλημα του τραπεζικού συστήματος στα ξένα κέντρα αποφάσεων.  Επεκτάθηκε στην αποδόμηση της εθνικής ταυτότητας του λαού μας με την ψήφιση νόμων που αντίκεινται στο ελληνορθόδοξο φρόνημα και την χριστοκεντρική παράδοση του λαού μας.  Οι νόμοι περί του συμφώνου συμβίωσης και υιοθεσιών από ομόφυλα ζευγάρια και η στήριξη των ούτω καλούμενων «Πορειών Υπερηφάνειας» είναι ενδεικτικά.  Η κωλυσιεργία στην άρση των μεγάλων στρεβλώσεων στην κρατική υπηρεσία και τους ημικρατικούς οργανισμούς, η διάλυση της δημόσιας υγείας και η καθυστέρηση στην υλοποίηση του ΓΕΣΥ, η αποδόμηση της Εθνικής Φρουράς, η συντήρηση της διαφθοράς, η αποτυχία εξόντωσης των κυκλωμάτων διακίνησης και εμπορείας ναρκωτικών και οργανωμένου εγκλήματος δεν είναι αποτέλεσμα ανικανότητας αλλά συγκεκριμένης πολιτικής βούλησης.

Είναι πραγματικά λυπηρό ότι η εκτελεστική και νομοθετική εξουσία της πατρίδας μας ενεργεί ως δούρειος ίππος εντός της Κυπριακής Δημοκρατίας.  Οι πολίτες τις εμπιστεύονται όπως ενδείκνυται σε ένα δημοκρατικό κράτος αλλά οι κρατούντες, άλλοι εσκεμμένα και άλλοι ακούσια, τις διαχειρίζονται εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των ξένων, γινόμενοι υποχείρια της παγκόσμιας διακυβέρνησης.